Ομιλία του Υπουργού Οικονομικών, Γιάνη Βαρουφάκη, στην Επιτροπή Λογιστικού Ελέγχου επί του Ελληνικού Δημόσιου Χρέους (04/06/2015)
Αυτό το έγκλημα, που εμείς το λέμε με μια λέξη Μνημόνιο, πρέπει να αναδειχθεί. Γιατί το ονομάζω έγκλημα; Το ονομάζω έγκλημα, για έναν απλό λόγο. Αυτή τη στιγμή στην Ευρώπη η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, που λέγαμε κάποτε, η σύγκλιση των κρατών, έχει καταργηθεί.
Στο πλαίσιο της εναρκτήριας συνεδρίασης της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής για τον Λογιστικό Έλεγχο του Χρέους, η οποία διεξήχθη στις 4 Απριλίου 2015, υπό την προεδρία της Προέδρου της Βουλής Ζωής Κωνσταντοπούλου, ο Υπουργός Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης έκανε εισήγηση την οποίαν δημοσιεύουμε παρακάτω.
Στην εισήγησή του, ο Υπουργός υπογράμμισε πως η Επιτροπή οφείλει να φέρει στο φως τις διαδικασίες με τις οποίες διογκώθηκε το χρέος των χωρών της ευρωπαϊκής Περιφέρειας, «ως αποτέλεσμα της αρχιτεκτονικής της ευρωζώνης και των επιλογών του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού συστήματος, που ωστόσο έχουν κριθεί νόμιμες από την Eurostat και την Κομισιόν».
Αναφερόμενος στη σύναψη δανειακής σύμβασης και στο μνημόνιο του Μαΐου 2010 που επιβλήθηκαν στη χώρα μας, ο κ. Βαρουφάκης επισήμανε πως «είχαμε μία κυνικότατη μισανθρωπική μεταφορά, από τα βιβλία των ζημιών των βορειοευρωπαϊκών τραπεζών στους φορολογούμενους της περιφέρειας και μετά στους φορολογούμενους του Βορρά».
«Αυτό το έγκλημα που ονομάζεται Μνημόνιο, πρέπει να αναδειχθεί», είπε και τόνισε πως στηρίζει την διαφάνεια «αλλά υπάρχει μια τάση στην Ελλάδα, η αποτυχία του πολιτικού συστήματος και της Δικαιοσύνης, να μεταφέρεται σε Εξεταστικές Επιτροπές στη Βουλή».
Ακολουθεί ολόκληρη η ομιλία του Υπουργού Οικονομικών στη Βουλή:
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ως Υπουργός Οικονομικών, δεσμεύω το Υπουργείο μου, όπως δεσμεύονται και οι Αναπληρωτές Υπουργοί, οι Γενικοί Γραμματείς, οι Διευθυντές όλων των Διευθύνσεων, να συνεργαστούν με την Επιτροπή ώστε να έρθει στο φως όλο εκείνο το βουνό των στοιχείων που θα χρειαστεί για να επιτελέσει το έργο της. Βασική αρχή της Δημοκρατίας, είναι η διαφάνεια, είναι η δυνατότητα του πολίτη να γνωρίζει, τι δεσμεύσεις έχουν παρθεί εκ μέρους του και εκ μέρους της.
Επιτρέψτε μου να ξεκινήσω, διαχωρίζοντας την τοποθέτησή μου.
Θα ήθελα να πω δύο σκέψεις κάπως τεχνικού χαρακτήρα, πριν περάσω στο πολιτικό θέμα, στην πολιτική διάσταση.
Καταρχάς, πρέπει να ξεχωρίζουμε δύο πράγματα, ότι από τη μία μεριά είναι ο δανεισμός και από τη άλλη είναι οι δαπάνες, η χρήση των δανεικών.
Σε ό,τι αφορά στον δανεισμό, ο κοινός νους, πολύ σωστά, σκέφτεται τον δανεισμό στο πλαίσιο μιας διμερούς συναλλαγής. Π.χ. ο Κώστας δανείζεται από την Κατερίνα 1.000 ευρώ, η Κατερίνα του τα δανείζει, με στόχο την αποκομιδή κάποιου τόκου. Δυστυχώς, τα τελευταία 25 με 30 χρόνια, ο δανεισμός στο πλαίσιο του κρατικού χρέους αλλά και γενικότερα του επιχειρηματικού χρέους, έχει περάσει από την επώνυμη στην ανώνυμη συναλλαγή. Κάποτε ένας ιδιώτης – ένα νοικοκυριό, δανειζόταν χρήματα από μία τράπεζα για να αγοράσει ένα σπίτι – για να χτίσει ένα σπίτι, η τράπεζα αυτή κράταγε το δάνειο και ήλπιζε ότι ο συγκεκριμένος πελάτης κάποια στιγμή θα αποπλήρωνε μέσα σε 20 χρόνια τα δανεικά, τόσο το κεφάλαιο όσο και τους τόκους.
Από τα τέλη της 10ετίας του ’80 και αργότερα, όπως όλοι γνωρίζουμε, η διαδικασία του λεγόμενου financialisation – της χρηματιστικοποίησης -κάπως έτσι να το πούμε στα ελληνικά- άλλαξε άρδην την διαδικασία. Η τράπεζα η οποία δανείζει τουλάχιστον στις προηγμένες χρηματοπιστωτικά χώρες το ποσό στον ιδιώτη, κρατάει αυτό το χρέος στα βιβλία της για μερικά δευτερόλεπτα. Αμέσως μετά αυτό το χρέος κατακερματίζεται στα εξ ων συνετέθη, σε πακετάκια 100 δολαρίων ή 100 δολαρίων από εδώ και από εκεί. Μετά αυτά τα κομματάκια χρέους αναπακετάρονται σε άλλα πακετάκια, τα οποία περιέχουν το καθένα λίγο χρέος του Γιώργου προς την Κατερίνα, λίγο χρέος της Ελλάδας προς την Deutsche Bank, λίγο χρέος της Deutsche Bank προς την City Bank, λίγο χρέος της Ιαπωνίας στους Ιάπωνες πολίτες. Η διασύνδεση αυτών των χρεών μεταξύ τους και το τι αξία ουσιαστικά δικαιούται να εισπράξει ο ιδιοκτήτης αυτού του πακέτου, χτίζεται στη βάση μίας μαθηματικής φόρμουλας που ούτε αυτός που την συνέθεσε δεν μπορεί μετά να την κατανοήσει.
Αυτή η πολυπλοκότητα, δεν είναι σφάλμα, είναι μέρος της σχεδίασης και στόχο έχει την δημιουργία μίας ασάφειας -μας κατηγορούν πολλοί για δημιουργική ασάφεια στο χρηματοπιστωτικό σύστημα- έτσι ώστε να αποκτήσει μία μαγική χροιά αυτό το πακέτο και τελικά η αξία του να είναι μία αξία -αν θέλετε- και συμβολική, αλλά ουσιαστικά καθαρά υποκειμενική που διαμορφώνεται μέσα από το παιχνίδι των αγορών.
Για παράδειγμα, αυτά τα CDOs, ήταν η μορφή ιδιωτικού χρήματος που τύπωνε με αυτόν τον τρόπο που σας περιέγραψα, η Wall Street, το City του Λονδίνου, η Φρανκφούρτη και ο λόγος που το έκαναν ήταν πάρα πολύ απλός, διττός. Πρώτον, δεν είναι πάρα πολύ ωραίο ως δανειστής να μην φοβάσαι ότι ο δανειζόμενος δεν θα σου τα επιστρέψει ποτέ πίσω; Δανείζεις, αμέσως το δάνειο το σπας – το κατακερματίζεις με αυτό τον τρόπο και το διώχνεις και δεν αγωνιάς εάν ο Κώστας ή η Κατερίνα θα μπορέσουν ποτέ να αποπληρώσουν τα δάνειά σου; Τελείωσε, εσύ δεν έχει καμία σχέση μαζί τους, πλέον. Αυτό το χρέος έχει διασπαρθεί σε όλο το χρηματοπιστωτικό σύστημα, σε όλη την υφήλιο.
Έτσι ξεκίνησε αυτή η διαδικασία, αυτή η φαντασίωση, του λεγόμενου, risk sans risk, του χρέους χωρίς ρίσκο. Γιατί, υποτίθεται, ότι από την στιγμή που πήρες το δάνειο της Κατερίνας και το έσπασες σε πάρα πολλά μικρά κομματάκια και αυτό έχει διασπαρθεί στα πέρατα του κόσμου και εάν πτωχεύσει η Κατερίνα και δεν μπορέσει να το αποπληρώσει, ο κάθε ένας που έχει δικαίωμα σε αυτό το χρέος, έχει τόσο μικρό κομμάτι, τόσο μεγάλη έκθεση σε αυτό το χρέος που δεν θα πάθει και τίποτα.
Ναι, αλλά όταν η υφήλιος αποδεικνύεται πολύ μικρή για να σηκώσει όλα αυτά τα βουνά των CDO’s και των παραγώγων χρέους και ξαφνικά, εκεί που το 2000 το συνολικό ακαθάριστο εθνικό εισόδημα του πλανήτη ήταν γύρω στα 50 τρισ., όλα αυτά τα παράγωγα ήταν 70. Το 2007 το παγκόσμιο Α.Ε.Π. πήγε από τα 50 στα 70 και το βάρος, όπως αυτό των παραγωγών ανέβηκε από 70 ως 750 και κάηκε το 2008, κατέρρευσαν οι τράπεζες και τις διέσωσαν οι φορολογούμενοι. Και να που ξαφνικά αποκτήσαμε κρίση χρέους. Δεν την αποκτήσαμε τότε, κρίση χρέους είχαμε πριν το 2008, αλλά ήταν ιδιωτικό χρέος. Ήταν η μορφή του ιδιωτικού χρέους που το χρηματοπιστωτικό σύστημα έκοβε υπό την μορφή ιδιωτικού χρήματος. Αυτό το ιδιωτικό χρήμα ήταν που δημιούργησε την εντύπωση αυτού που είχε πει ο Βen Bernanke, «the great moderation», η μεγάλη μετριοπάθεια που δεν είναι καθόλου μετριοπάθεια. Αυτό που εννοούσε ο Βen Bernanke, μέχρι πρόσφατα πρόεδρος της Τράπεζας της Αμερικής, και το πιστεύει, όπως το πίστευαν και όλοι και αυτοί που έχτισαν την ευρωζώνη πάνω στη βάση αυτών των αξιωμάτων, όπως και ο Alan Greenspan πριν από αυτόν και ολόκληρη η Ε.Ε. εν τη ανοησία της, αυτή η φαντασίωση ήταν ότι για 10-15 χρόνια έχουμε συστηματική μεγέθυνση του πραγματικού Α.Ε.Π. και παράλληλα πολύ χαμηλό πληθωρισμό. Αυτό δεν έχει ξαναγίνει, το riskless risk δουλεύει, βρισκόμαστε σε ένα νέο παράδειγμα ανάπτυξης και όσοι διαφωνούν, όπως διαφωνούσαν σχεδόν όλοι από εμάς, ήταν απλώς παλαιοκομματικοί που αρνούνται να αποδεχτούν ότι ζουν σε έναν νέο κόσμο, του οποίου τους κανόνες δεν καταλαβαίνουν.
Στο πλαίσιο αυτών χτίστηκε η ευρωζώνη. Η ευρωζώνη χτίστηκε πάνω στο αξίωμα ότι αυτό το «great moderation» του Bernanke θα διαρκέσει για πάντα, ότι αυτό το riskless risk είναι πλέον καθεστώς, ότι οι τράπεζες μπορούν να κόβουν όσο θέλουν σε ιδιωτικό χρήμα και να πληρώνουν τους εαυτούς τους όσο θέλουν, εφόσον βεβαίως οι συνταξιούχοι και οι εργαζόμενοι εισπράττουν αυξήσεις στους μισθούς τους, οι οποίοι να είναι λίγο πάνω από τον επίσημο πληθωρισμό, αλλά σαφέστατα κάτω από τον δικό τους προσωπικό πληθωρισμό. Θυμίζω ότι η εργατική τάξη έχει πληθωρισμό πολύ μεγαλύτερο από τον πληθωρισμό όλων των άλλων κοινωνικών στρωμάτων σε περιόδους ανάπτυξης. Αποφασίσαμε να κλειδώσουμε τις ισοτιμίες των νομισμάτων μας το 2000 και να αντικαταστήσουμε όλα αυτά τα νομίσματα με ένα κοινό νόμισμα, χωρίς να έχουμε δημιουργήσει εκείνους τους μηχανισμούς απόσβεσης κραδασμών που είναι απαραίτητοι σε μια νομισματική ένωση, έτσι ώστε, όταν έρθουν οι κραδασμοί, να μην έχουμε τη διαδικασία που είχαμε μετά το 1929 και την κατάρρευση της Wall Street.
Το αποτέλεσμα είναι ότι δεν μάθαμε το μάθημά μας από το 1929. Το 1929 της δικής μας γενιάς, δηλαδή το 2008, δημιούργησε κραδασμούς και, ακριβώς όπως το 1929, κατέρρευσε η Wall Street, κατέρρευσαν οι τράπεζες, άρχισε η ύφεση και όταν αρχίζει η ύφεση, αμέσως ο δανεισμός των ελλειμματικών περιοχών της γης σταματά. Αυτές οι ελλειμματικές περιοχές της γης έχουν συσσωρεύσει, επειδή είναι ελλειμματικές, τα μεγαλύτερα χρέη. Είναι αυτές που πρέπει να υποστούν το μεγαλύτερο βάρος της λεγόμενης προσαρμογής. Σας θυμίζει τίποτε η λέξη δημοσιονομική, εισοδηματική και μισθολογική προσαρμογή; Βεβαίως, αυτά τα χρέη, όταν μειώνονται τα εισοδήματα στις υπερχρεωμένες περιοχές και χώρες, είναι αδύνατον να εξυπηρετηθούν, καθώς τα εισοδήματα καταρρέουν και το επόμενο στάδιο είναι ο κατακερματισμός του κοινού νομίσματος, που την εποχή εκείνη, μετά το 1929, ήταν ο κανόνας του χρυσού, και πολύ γρήγορα ο ένας υπερήφανος λαός αρχίζει να στρέφεται και να μισεί τον άλλο. Σας θυμίζει κάτι αυτό; Ακριβώς αυτό δεν έγινε μετά το 2008;
Η χώρα μας, η οποία ήταν μέρος αυτού του πειράματος με τη Νομισματική Ένωση, ήταν μια χώρα που εξ ορισμού ήταν ελλειμματική. Πάντα ήταν ελλειμματική η Ελλάδα σε σχέση με τη Γερμανία από το 1920, όπως πάντα θα είναι ελλειμματικό το Γιορκσάιρ σε σχέση με την περιοχή του Λονδίνου, η ανατολική Γερμανία σε σχέση με τη δυτική Γερμανία, περιοχές της Γαλλίας σε σχέση με το Παρίσι κ.ο.κ.
Κάθε Νομισματική Ένωση έχει τις ελλειμματικές της και τις πλεονασματικές της περιοχές. Όσο έχεις το δικό σου νόμισμα η υποτίμησή του λόγω των ελλειμμάτων που έχει σε σχέση με τους πλεονασματικούς αποτελεί, αν θέλετε, ένα σύστημα απόσβεσης κραδασμών, ένα αμορτισέρ.
Όταν παύεις να έχεις το νόμισμα, ο μόνος τρόπος να χρηματοδοτούνται τα ελλείμματά σου είναι μέσα από κεφαλαιακές εισροές.
Θα μου επιτρέψετε να κάνω μια υπεραπλούστευση, που, όμως, βοηθάει: Όταν πουλάς πορτοκάλια και εισάγεις BMW, υπάρχει ένα έλλειμμα. Όταν έχεις κοινό νόμισμα δεν μπορεί να γίνει αποτίμηση. Οπότε τι πρέπει να γίνει για να εξισορροπηθεί η κατάσταση; Δανεισμός.
Στη Γερμανία, στην Ολλανδία και στις πλεονασματικές χώρες είναι λογικό, όλα αυτά τα χρήματα να συσσωρεύονται εξ ορισμού γιατί είναι πλεονασματικές. Όταν είσαι πλεονασματικός, εισάγεις κεφάλαιο. Πουλάς BMW και παίρνεις χρήματα. Αυτά μένουν στις τράπεζες και λιμνάζουν.
Ξαφνικά, λοιπόν, υπάρχει υπερπροσφορά χρήματος στις πλεονασματικές χώρες. Οι τράπεζες θέλουν να τα δανείσουν, γιατί δεν υπάρχει μεγαλύτερη κατάρα από έναν τραπεζίτη να έχει χρήματα, τα οποία δεν τα δανείζει και λιμνάζουν. Θέλει να τα δανείσει. Σε ποιον να τα δανείσει;
Συνέχεια