Το χρώμα, όπως φαίνεται στην αποκατάσταση της Αρτέμιδος Ελαφηβόλου, εφαρμοζόταν όπως σε έναν ζωγραφικό πίνακα, δίνοντας κίνηση και ζωή στο γλυπτό ( Πηγή: φωτογραφια: efa/c2rmf)
Τα λευκά μαρμάρινα αρχαία αγάλματα που βλέπουμε σήμερα στα μουσεία μας τελικά δεν ήταν λευκά. Τουλάχιστον όχι στην ελληνιστική περίοδο, όχι στη Δήλο. Αυτό υποστηρίζει μια νέα μελέτη γύρω από την πολυχρωμία των αρχαίων γλυπτών που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο ενός προγράμματος της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής και του Κέντρου Ερευνών και Αποκατάστασης των Μουσείων της Γαλλίας, με τη συνδρομή των ελληνικών αρμοδίων φορέων. Η έρευνα είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα όχι μόνο για τα ευρήματά της αλλά και για την πρωτότυπη μεθοδολογία που εισήγαγε.
«Ακριβώς οι μέθοδοι που εφαρμόστηκαν μας επέτρεψαν να ανακαλύψουμε νέα αποτελέσματα» εξηγεί μιλώντας στο «Βήμα» οΦιλίπ Ζοκέ, καθηγητής Ελληνικής Ιστορίας και Πολιτισμού και διευθυντής του Τμήματος Ιστορίας του Πανεπιστημίου της Προβάνς, ο οποίος ηγήθηκε του προγράμματος μαζί με τηνΜπριζίτ Μπουρζουά του Κέντρου Ερευνών και Αποκατάστασης των Μουσείων της Γαλλίας. «Το πρόγραμμα συνδύασε διάφορες τεχνολογίες αιχμής, τόσο στο επίπεδο της παρατήρησης των υπολειμμάτων χρώματος ή χρυσούόσο και σε αυτό της ανάλυσης- στο να αναλύσουμε σε πρώτη φάση αυτά τα χρώματα και στη συνέχεια να τα αποκαταστήσουμε σε τρισδιάστατη απεικόνιση» .
Εδώ και περίπου έναν αιώνα αρκετοί αρχαιολόγοι είχαν παρατηρήσει υπολείμματα χρωμάτων στα ελληνιστικά αγάλματα της Δήλου, η διαθέσιμη τεχνολογία όμως δεν επέτρεπε ως τώρα μια καλύτερη εξέτασή τους. Η πρώτη καινοτομία που εισήγαγαν οι δυο γάλλοι ερευνητές ήταν η χρήση του βιντεομικροσκοπίου, ενός οπτικού μικροσκοπίου το οποίο, αν και ήταν γνωστό από την αποκατάσταση έργων τέχνης, δεν είχε χρησιμοποιηθεί ποτέ σε αρχαία γλυπτά.
Η τεχνική αποδείχθηκε εντυπωσιακά βοηθητική.«Τα πλεονεκτήματά της είναι πολλά»εξηγεί ο κ. Ζοκέ.«Προσφέρει μεγάλη ευχέρεια κινήσεων και επιτρέπει την παρατήρηση της επιφάνειας των αγαλμάτων επί τόπου, χωρίς μετακίνηση ή δειγματοληψία, σαν να ανιχνεύει κανείς έναν αρχαιολογικό χώρο».Μόλις οι ερευνητές δουν στην οθόνη κάτι που μοιάζει με υπόλειμμα χρώματος έχουν τη δυνατότητα να μεγεθύνουν την εικόνα ως και 175 φορές. «Φθάνει σχεδόν στη δομή του χρώματος, στη σύσταση του υλικού του»λέει ο αρχαιολόγος. «Για παράδειγμα,είδαμε αμέσως ότι το μοβ που παρατηρούσαμε με γυμνό μάτι αποτελούνταν από δύο χρώματα, από αιγυπτιακό μπλε αναμεμειγμένο με μια ροζ χρωστική που νομίζουμε ότι είναι από ερυθρόδανο».
Οι ερευνητές εξέτασαν με αυτόν τον τρόπο περισσότερα από 100 γλυπτά, στη Δήλο και στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας, επί μία δεκαετία.«Το έργο ήταν μακρόχρονο, μας έδωσε όμως σημαντικά αποτελέσματα»λέει ο κ. Ζοκέ. «Οπως διαπιστώσαμε,ολόκληρη η επιφάνεια των αγαλμάτων είχε υπολείμματα χρώματος ή χρυσού.Ακόμη και σημεία που φαίνονταν σαν λεκέδες ήταν τελικά χρώμα».
Το φάσμα της πολυχρωμίας
φωτογραφια: efa/ c2rmf Οι έρευνες εντόπισαν πολλές αποχρώσεις του ροζ και του μπλε στο άγαλμα της Αφροδίτης
Το οπτικό μικροσκόπιο κατόρθωσε να «χαρτογραφήσει» την παρουσία χρωμάτων και χρυσού στην επιφάνεια των αγαλμάτων, δεν ήταν όμως σε θέση να προσφέρει την επιστημονική τεκμηρίωση που απαιτείται για την ταυτοποίησή τους. Για να γίνει αυτό χρειάζονται ειδικές αναλύσεις στο εργαστήριο οι οποίες στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν ήταν δυνατές, εφόσον στη μεγάλη πλειονότητά τους τα υπολείμματα ήταν απειροελάχιστα. Εδώ ανέλαβε ένας έλληνας ειδικός, οΑνδρέας Καρύδας, ερευνητής Β Δ του Ινστιτούτου Πυρηνικής Φυσικής του Εθνικού Κέντρου Ερευνας Φυσικών Επιστημών «Δημόκριτος», ο οποίος εισήγαγε τη δεύτερη πρωτοτυπία της έρευνας, εφαρμόζοντας, για πρώτη φορά σε αρχαία γλυπτά και για την εξέταση της πολυχρωμίας τους, την τεχνική της φθορισιμετρίας ακτίνων Χ. «Η καινοτομία της μεθοδολογίας που ακολουθήθηκε»εξηγεί μιλώντας στο «Βήμα»«έγκειται στον συνδυασμό των τεχνικών. Η φθορισιμετρία ακτίνων Χ δεν θα μπορούσε να εντοπίσει από μόνη της την παρουσία του χρώματος αν τα σημεία δεν είχαν προηγουμένως υποδειχθεί από την παρατήρηση με το οπτικό μικροσκόπιο».
Χρησιμοποιώντας ένα πρωτότυπο φασματόμετρο που έχει αναπτυχθεί εξ ολοκλήρου στο Ινστιτούτο Πυρηνικής Φυσικής του Ε.Κ.Ε.Φ.Ε »Δημόκριτος», ο κ. Καρύδας συνέβαλε στην ταυτοποίηση των περισσότερων από τις ανόργανες χρωστικές που ανιχνεύτηκαν με βάση το φάσμα που εκπέμπουν όταν ακτινοβολούνται με ακτίνες Χ.«Η μέθοδος είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και δίνει άμεσα αποτελέσματα,βλέπει κανείς τα φάσματα στην οθόνη του υπολογιστή και βάσει αυτών μπορεί, τις περισσότερες φορές, να περιγράψει τη φύση της χρωστικής»επισημαίνει ο κ. Ζοκέ. Τα χρώματα που εντοπίστηκαν ήταν πολλά, από το αιγυπτιακό μπλε (γνωστό και ως κύανος) και το λευκό του μολύβδου ως τις κίτρινες και κόκκινες ώχρες, τον πράσινο μαλαχίτη και την πράσινη γη.
Μια έκπληξη για τους ειδικούς ήταν η ανίχνευση μιας χρωστικής με βάση το ορυκτό βαναδινίτης. «Είναι γνωστή χρωστική αλλά πολύ σπάνια. Εχει βρεθεί σε άλλα ελληνιστικά αντικείμενα, και συγκεκριμένα σε στήλες από την Αλεξάνδρεια που βρίσκονται στο Μουσείο του Λούβρου» λέει ο κ. Καρύδας.«Ποτέ ως τώρα όμως»διευκρινίζει ο κ. Ζοκέ«δεν είχε βρεθεί σε γλυπτά, ούτε υπήρχαν σχετικές αναφορές». Το χρώμα που ήθελαν οι αρχαίοι καλλιτέχνες να επιτύχουν με αυτήν ήταν μάλλον ένα έντονο, φωτεινό κίτρινο.«Το χρησιμοποιούσαν στις πτυχώσεις του μανδύα προς τα κάτω, σαν μια από τις λωρίδες στο τελείωμα»εξηγεί ο κ. Καρύδας«και είναι ενδιαφέρον γιατί δείχνει μια προσοχή στη λεπτομέρεια. Δεν έβαζαν για παράδειγμα μια κίτρινη ώχρα, που είναι πιο μουντή. Δεν έκαναν συμβιβασμούς προκειμένου να αποδώσουν το αποτέλεσμα που ήθελαν»