7 υπέροχοι σκηνοθέτες
ανατρέπουν τα στερεότυπα
Ανήκουν στη νέα γενιά του θεάτρου, πειραματίζονται, συνεργάζονται με συνομήλικούς τους ηθοποιούς και κατορθώνουν να έχουν κοινό. Ποιοι είναι, πώς δουλεύουν, τι σκέφτονται
Εχουν όλοι κάτι κοινό, κι ας μην ανήκουν ακριβώς στην ίδια γενιά: άρχισαν να σκηνοθετούν σε νεαρή ηλικία, ποντάροντας σε νέους ηθοποιούς και σημειώνοντας επιτυχία με τις παραστάσεις τους. Τα βραβεία Χορν και Μερκούρη φιλοξενούν όλο και πιο συχνά στις λίστες τους νικητές και υποψηφίους που έχουν προκύψει από τέτοιου είδους νεανικές συνευρέσεις και όχι από το χέρι κάποιου «φτασμένου» σκηνοθέτη. Το κοινό με τη σειρά του δεν δελεάζεται πλέον από τα ονόματα-κράχτες, αλλά γεμίζει θέατρα που υπογράφει ένα σύνολο δημιουργικών ανθρώπων. Κάτι έχει αλλάξει.
«Ξεκινήσαμε με την Ελενα Μαυρίδου, τον Θοδωρή Οικονομίδη και τη Δήμητρα Κούζα από τη Θεσσαλονίκη. Από την αρχή ασχοληθήκαμε με περιοδείες στην επαρχία, με χαμηλό προϋπολογισμό, σε απομακρυσμένα χωριά, νησιά της άγονης γραμμής, με έργα λαϊκά, για τον πολύ κόσμο, που όμως δεν λαϊκίζουν. Αυτό που ξεκίνησε πέρυσι με τις παραστάσεις του Εκτορα Λυγίζου και του Δημήτρη Καραντζά στην Επίδαυρο πρέπει να διευρυνθεί. Για να μπορέσουμε να σκηνοθετήσουμε σε ανοιχτούς χώρους που τους έχουμε σε αφθονία στην Ελλάδα, πρέπει να τους γνωρίσουμε από μέσα και όχι να τους κοιτάμε από μακριά. Στην Ελλάδα υπάρχει πάντα ο φόβος μη γίνει κάτι λάθος. Ποιο είναι το σωστό σε τελική ανάλυση; Οταν δουλεύεις στο εξωτερικό, κανείς δεν σε ρωτά πόσων χρόνων είσαι, περιμένει να δει τη δουλειά σου. Εδώ έχουμε μείνει στην ιεραρχία του χωριού και στους προύχοντες. Κοιτάμε προς τη Δύση, αλλά είμαστε Ανατολή».
«Αρχικά είδα στην Αθηνά Μουστάκα και στον Κωνσταντίνο Μπιμπή την αρχετυπική μορφή της Ιουλιέτας και του Ρωμαίου, καθώς και μοναδικά χαρίσματα. Ως ομάδα θεάτρου «Ιδέα» ανακαλύπτουμε εκ νέου τι είναι θέατρο. Κάθε προκατάληψη πρέπει να σβήνει από τη νέα γενιά με ορμή ως τη στιγμή που και αυτή η γενιά θα οχυρωθεί πίσω από προκαταλήψεις και θα έρθει το νέο να τη σαρώσει. Πάντα το νέο αίμα είναι χείμαρρος που παρασέρνει στεκούμενα νερά. Ωστόσο έχω δει εβδομηνταπεντάρηδες στους οποίους η φλόγα της νιότης είναι άσβεστη και τριαντάρηδες που έχουν γίνει κατεστημένο, είτε ως τηλεοπτικές περσόνες είτε ως θεατρικοί αυλοκόλακες».
«Οσο περνούν τα χρόνια και περνούν και φωτισμένοι άνθρωποι από θεσμικές θέσεις, όπως ο Γιώργος Λούκος στο Φεστιβάλ, ο Γιάννης Χουβαρδάς στο Εθνικό, η Κάτια Αρφαρά στη Στέγη Γραμμάτων, το ζήτημα της μουχλιασμένης «επετηρίδας» φαίνεται να είναι εν μέρει παρελθόν. Δεν συνηθίζω να αναφέρω ονόματα, αλλά οι συγκεκριμένοι άνθρωποι έχουν πραγματικά ανατρέψει το ίδιο το σύστημα, ανοίγοντας χώρο σε άξιους ανθρώπους να δοκιμαστούν χωρίς τυφλά κριτήρια σαπισμένης αξιοκρατίας που βασιζόταν σε ηλικίες ικανότητας – 40 και πάνω – και σε γνωριμίες και σε αυτοχρισμένους θεματοφύλακες της τέχνης. Ετσι τα τελευταία χρόνια μπορέσαμε να δούμε στην Επίδαυρο και σε κεντρικές σκηνές θεάματα καλλιτεχνών όπως της Κατερίνας Ευαγγελάτου, του Ε. Λυγίζου, της Αργυρώς Χιώτη, της Λένας Κιτσοπούλου, των Blitz, του Θ. Παπακωνσταντίνου, του Σ. Κακάλα, της Γεωργίας Μαυραγάνη, και πολλών άλλων ανθρώπων που σκίζονται στη δουλειά. Προσωπικά έχω συναντήσει νέους ηθοποιούς ικανότατους να αναμετρηθούν με τους λεγόμενους μεγάλους ρόλους. Γι’ αυτό και διαρκώς επιστρέφω σε συνεργασίες μαζί τους (Ελίνα Ρίζου, Γιάννης Κλίνης, Αρης Μπαλής, Θύμιος Κούκιος, Αινείας Τσαμάτης, Ευδοξία Ανδρουλιδάκη, Ιωάννα Πιατά κ.ά.). Εξάλλου δεν πιστεύω στο θέατρο των ερμηνειών αλλά στο θέατρο της πίστης, της ομάδας και της δουλειάς που μπορεί σαφώς να γεννήσει και ερμηνείες αλλά όχι ως αυτοσκοπό».
«Για να ασχοληθώ με κάτι πρέπει να με στοιχειώσει. Και αυτό συνέβη με τον Αμλετ. Προχωρήσαμε σε μια νέα μετάφραση – που υπογράφει η Ιζαμπέλα Κωνσταντινίδου – επειδή ακριβώς θέλαμε να τον δούμε με καθαρή σκέψη. Χαρακτηριστική ήταν η στιγμή που όταν μετά από μία μόνο συνάντηση με τον Ντένη Μακρή και αφού διαβάσαμε τον ρόλο μαζί, αποφάσισα ότι αυτός ήταν ο Αμλετ μας. Από εκεί και πέρα δουλέψαμε σκληρά μόνο με την ουσία του έργου και την ευθύνη που φέρει ο ηθοποιός. Οχι με τον φόβο που μπορεί να προκαλέσει. Φόβος που δεν προκαλείται τελικά από το κοινό, αλλά από το ίδιο το σύστημα του θεάτρου και ειδικά της χώρας μας, που τόσο αγαπάει τα «άσπρα μαλλιά». Το κοινό σε ακολουθεί, φτάνει να σταματήσεις να φοβάσαι τι θα πουν οι γνώστες, οι κριτικοί, κ.ά. Αν μας κινεί γνήσια ανάγκη το σίγουρο είναι ότι θα βγούμε κερδισμένοι».
Η ομάδα Vasistas έχει ένα από τα πιο καθαρά αποτυπώματα στον χώρο. Ο πειραματισμός της τελειώνει εκεί όπου αρχίζει ο επόμενος. Με τις παραστάσεις «Αίματα» και «Domino» θα ταξιδέψει αυτή την εποχή στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Παράλληλα βρίσκονται στο στάδιο συγγραφής και προετοιμασίας για καινούργια παράσταση. Συνεχίζουν τη γόνιμη συνεργασία με τον Ευθύμη Φιλίππου, στενό συνεργάτη του Γιώργου Λάνθιμου και σεναριογράφου των ταινιών «Κυνόδοντας», «Αλπεις», «Lobster», κ.ά., προς μια διαφορετική μορφή γραφής και δραματουργίας.
«Δεν πιστεύω πως έχει ξεπεραστεί η ανάγκη ύπαρξης τουλάχιστον ενός ονόματος για την προσέλκυση του κοινού. Κάποιος πρέπει με έναν τρόπο να είναι γνωστός: ο σκηνοθέτης, οι ηθοποιοί, ο συγγραφέας, το έργο, η ομάδα. Στην πλειοψηφία τους οι θεατές αναζητούν θεάματα που τους είναι με κάποιον τρόπο οικεία. Το θέμα είναι πώς μπορεί κάτι που είναι πιο ιδιαίτερο, πιο παράδοξο, πιο «άγνωστο», να γίνει οικείο. Αυτό που με καταπίεζε στο ξεκίνημά μου ήταν η ευρεία πεποίθηση ότι θέατρο μπορεί να συμβεί μόνο με ένα θεατρικό έργο που διέπεται από συγκεκριμένους κανόνες δραματουργίας και αντίστοιχους σκηνικούς κώδικες που καλούμαστε να υπηρετήσουμε σαν καλά παιδιά. Οχι, δεν είναι έτσι».